Σήμερα

Θα ποθώ πολύ,
θα ερωτεύομαι πολλές,
θα ερωτεύομαι λίγο.

Θα κομπάζω πολύ,
θα φθονώ πολύ,
θ' αγαπάω λίγο.

Θα διαβάζω πολύ,
θ' ακούω πολύ,
θα σκέφτομαι λίγο.

Θα τρέχω πολύ,
θα κερδίζω πολλά,
θα ζω... λίγο.

Θα Μάθω Τους Ανθρώπους

Είπα θα μάθω τους ανθρώπους, βούτηξα.
Βυθός με ψάρια, μα ψαριά δεν έπιασα.
Πήγα να φύγω μα η ανάγκη με ξανάπιασε.

Είπα θα μάθω τους ανθρώπους ξαναβούτηξα.
Μικρή ψαριά, μ' αφού την πείνα μου συνήθισα, την άφησα.
Πήγα να φύγω μα ήταν αργά για να γυρίσω πίσω.

Είπα θα μάθω τους ανθρώπους, ξαναβούτηξα.
Μεγάλο ψάρι μα βρωμούσε το κεφάλι, το 'κοψα.
Το έψησα μ' ευλάβεια κι έφαγα.
Και διαπίστωσα πως δε μ' αρέσουνε τα ψάρια.

Είπα θ' αφήσω τους ανθρώπους, έμαθα.
Μα είμαι ον κοινωνικό, δεν άντεξα.

Είπα θα μάθω τους ανθρώπους, ξαναβούτηξα,
σε άλλη θάλασσα ετούτη τη φορά.
Κι αν τα ψάρια ήταν ίδια,
ίδια και η θάλασσα,
μου φάνταζαν τελείως διαφορετικά.

Το Παραστρατημένο Καβούρι

Ένα καβούρι παραστράτισε απ' το ποτάμι.

Τι έψαχνε να βρει; Τροφή; Αγάπη; Γνώση;
Δεν έχει σημασία πια...

Ήταν περίεργο; Ευαίσθητο; Τρελό; Μήπως απλά χαζό;
Δεν έχει σημασία πια...

Κανένας δεν το έψαξε,
κανείς δε θα το ψάξει,
κανένας δεν το έκλαψε
ούτε και θα το θάψει.

Και φανταστείτε να 'βρισκε τροφή.
Τι χαρές, τι μεγαλεία!
Θα γύρναγε καμαρωτό στα μέρη του.
Ή μήπως όχι;

Κι οι καβουρίνες θα το περικύκλωναν να ζευγαρώσουν.
Ή μήπως όχι;
Ίσως και να 'ρχιζε εκεί μια νέα αποικία.

Δεν έχει σημασία πια.
Ένα καβούκι τώρα λιάζεται μες στο σπαρτό χωράφι.

Το Παιδί Που Δεν Υπήρξε

Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένα παιδί που δεν είχε στόχους·
μονάχα όνειρα αδιέξοδα.

Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένα παιδί που άφηνε το χρόνο να κυλά
χωρίς να κάνει τίποτα.

Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένα παιδί
που δεν υπήρξε.

Η Διχάλα

Κάποτε βρέθηκα κι εγώ στου δρόμου τη διχάλα
που καλούνται να διαβούν όλοι οι άνθρωποι της γης·
από τη μια μεριά τα όνειρά μου τα μεγάλα,
απ' την άλλη στόχοι κι έμοιαζε απόφαση ζωής.

Στη μέση είπα θα πάω
κυνηγώντας την ελπίδα,
κι εκεί πήγα.

Και να που ξαναβρέθηκα στου δρόμου τη διχάλα
ύστερα από χρόνια, μα κινούμενη άμμο πατώ,
με δίχως όνειρα, μον' αδιέξοδα μεγάλα,
δίχως στόχους μοιάζω άδειος να βουλιάζω στο κενό.

Εδώ θα κάτσω
κι αν οριστικά βουλιάξω,
θα πετάξω.

Η Ελπίδα Μου Χορεύει Στο Μπαλκόνι Σου Γυμνή

Μια ελπίδα χόρευε μες στο μπαλκόνι σου γυμνή,
δική μου ήταν. άνοιξη σου την είχα χαρίσει
έφηβη (παρθένα κι άγαρμπη), αθώα να υμνεί
τον έρωτά μας που δεν πρόλαβε να ευτυχίσει.

Η ελπίδα μου κι αν μπόρεσε να ολοκληρωθεί
κι αν γέλασε, γελάστηκε και βρέθηκε στην άκρη
κι αν απ' το μπαλκόνι βούτηξε στο δρόμο να σωθεί,
δεν πέθανε. μον' έπεσε σε χειμερία νάρκη.

Η ελπίδα μου κι αν σκίρτησε στην πρώτη σου ματιά,
δεν τη γελάνε πια ζεστές μέρες αλκυονίδες,
φύγε μακριά της να σωθείς ή βούτηξε βαθιά
μες στη φωτιά που ανθρώπους καίει και γεννά ελπίδες.

Η Σκάλα

Στο πρώτο σκαλί,
τα μωρά και οι μωροί.
Στο δεύτερο,
αυτοί που έμαθαν να τρέχουν πολύ.
Στο τρίτο οι γονείς
και οι πολύ δοτικοί,
στο τέταρτο,
που προσπαθούν να τρυπήσουν το ταβάνι,
οι τρελοί
και στην ταράτσα,
οι τελευταίοι άνθρωποι-δημιουργοί.

Πάμε Να Φύγουμε

Πάει, με μάθανε κι εδώ.
Και τώρα;
Πάμε να φύγουμε...

Μα ως πότε θα φεύγω σαν κυνηγημένος;
Και θα βρω ποτέ μέρος να ησυχάσω;

Φεύγω να γίνω καλύτερος άνθρωπος έλεγα πάντα.
Αρχίδια!
Μόνο το τσόφλι μου άλλαξε, έγινε πιο άκαμπτο και πιο σκληρό.

Εδώ, εδώ και τώρα είναι η λύση και το ξέρω.
Μα τι ακατανίκητη έλξη που ασκεί η φυγή.
Πάμε να φύγουμε...

Εδώ!
Ετούτη τη φορά θα μείνω εδώ να δω το φονικό.

Ο Παρατηρητής

Ο παρατηρητής στη γη δεν πατάει
φανταστικά ανοίγει φτερά και πετάει.

Ο παρατηρητής στη γη όταν πέσει
σαν το τραυματισμένο πουλί παραπαίει.

Ο παρατηρητής μαθαίνει και πάει,
βλέπει τον κόσμο από ψηλά και ξεχνάει.

Ο παρατηρητής καίει ότι αγαπάει
και τη ζωή του σα στάχτη στη γη τη σκορπάει.

Ο παρατηρητής να ζει ρόλους θέλει,
είναι ηθοποιός της ζωής και το ξέρει.

Ο παρατηρητής στο θάνατο πάει,
ζει σε μια τεντωμένη κλωστή κι όμως πάει.

Το Μυρμήγκι Και Το Δέντρο

Ένα μυρμήγκι ζούσε για καιρό μες στη φωλιά του.
Αποταμίευε κι όταν πεινούσε έτρωγε.
Κι όταν διψούσε έβρισκε τις απολήξεις των ριζών των δέντρων και ρουφούσε.
Μα η ζωή αυτή δεν του αρκούσε.

Άρχισε λοιπόν να σκαρφαλώνει στα κλαδιά των δέντρων.
Σαν παιχνίδι στην αρχή για να ξεφεύγει απ' την ανία.
μως στη συνέχεια του άρεσε η θέα και ανέβαινε όλο και πιο ψηλά.
Ανέβηκε στο πιο ψηλό κλαδί του δέντρου του.
Και του φάνηκε ότι των δέντρων η σκιά ανάγκαζε τα δέντρα τα μικρότερα ν' απλώσουν τα κλαδιά τους πιο ψηλά, πιο γρήγορα, ώστε να δουν τον ήλιο.
Μα δεν του έφτασε ούτε αυτό.

Ανέβηκε στην πιο ψηλή κορφή, στο τελευταίο φυλλαράκι του ψηλότερου δέντρου που βρήκε.
Και συνέχισε να ανεβαίνει.
Και μόλις πέθανε, πήρε τη μορφή του ψηλότερου δέντρου που 'χε ανεβεί.

Ο Ρόλος

Όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι από τα ίδια υλικά.
Χιλιάδες ρόλοι, οι ίδιοι μέσα στον καθένα μας, παλεύουν ποιος θα υπερισχύσει.
Κι είν' οι ανάγκες, οι δικές μας και της εποχής μας, που υποδεικνύουν κάθε φορά ποιο ρόλο να υποδυθούμε.

Όλοι οι ρόλοι οδηγούν στο τέλος τους στο ίδιο αδιέξοδο.
Και μόλις φτάσεις εκεί, ο ρόλος καίγεται, πεθαίνει.
Τότε βγαίνεις και παρατηρείς απ' έξω τη ζωή σου.
Περιμένεις λίγο κι ένας νέος ρόλος αναλαμβάνει να σε πάρει απ΄το χεράκι.
Κι αν κάψεις όλους τους ρόλους που παλεύουν μέσα σου, θα μείνει μόν' ο παρατηρητής.
Μα οι περισσότεροι βολεύονται στο μέσο ενός ή περισσοτέρων ρόλων.
Ίσως κι ο παρατηρητής να είναι μόνο ένας ρόλος.
Ο ενδιάμεσος, αν έχουν μείνει κι άλλοι να καούν, μα και ο τελευταίος.

Όλοι οι ρόλοι οδηγούν στο τέλος τους στο ίδιο αδιέξοδο.
Κι όσοι πίστεψαν ότι πιστεύοντας μια ουτοπία θα περάσουν το αδιέξοδο, γελάστηκαν.
Απλά κλωτσήσαν το αδιέξοδο λιγάκι παραπέρα.
Μα κι αυτό, δεν είναι καθόλου λίγο.

Ο Θίασος

Είμαι ένας περιπλανώμενος θίασος.
Κάποιοι απ' τους ηθοποιούς μου δεν εμφανίζονται καθόλου στη σκηνή,
κάποιοι είναι εν δυνάμει πρωταγωνιστές,
κάποιοι έχουν ρόλο πρωταγωνιστή,
κάποιοι απ' αυτούς πεθαίνουν,
κάποιοι νεκρανασταίνονται,
μα όλοι τους μαζί, είμαι εγώ.
Ένα σκουλήκι μπήκε μέσα σ' ένα αδειανό καβούκι.
Από κείνη τη στιγμή κι ως να πεθάνει,
υποστήριζε με πάθος και το πίστευε,
πως ήταν σαλιγκάρι.

Ομουσία

Ομορφιά.
Επίμονη και ατελής.
Αισθητικά τελεία.

Ουσία.
Τέλεια, λυτρωτική.
Αισθητικά γελοία.

Και η επιλογή,
δυστυχώς,
μόνο μία.

Ωδίνες

Αν κάποια περίοδο της ζωής σου
δεν αντέχεις κανέναν και τίποτα
και κυρίως τον εαυτό σου
σε σημείο που ίσως να σκέφτεσαι και την αυτοκτονία ως λύση,
αν η μόνη σου παρηγοριά είναι ο ύπνος μα κι αυτός αργεί να σε πάρει,
μην απελπίζεσαι.

Αν έχεις ξαναπεράσει αυτή τη διαδικασία θα το ξέρεις ήδη
και βαθιά μέσα σου θα νιώθεις μια ανείπωτη λαχτάρα.
Είναι οι ωδίνες πριν τη γέννα που σε ταλαιπωρούν.
Μια νέα ιδέα, ένας νέος εαυτός, παλεύουν μέσα σου να γεννηθούν.
Κάνε υπομονή και έχε εμπιστοσύνη.

Ξεκουράσου, άνοιξε το νου σου κι ετοιμάσου να δεχτείς τα δώρα τους.

Ο Σίσσυφος

Ο Σίσσυφος στα νιάτα του δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο.
Είχε μια ροπή στην περιέργεια και στη διαφορετικότητα, όπως οι περισσότεροι νέοι.
Και σίγουρα δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο μόνος που προσπάθησε το βράχο του να ανεβάσει στην κορφή.
Θα μπορούσε κάλλιστα να άφηνε το βράχο να κυλήσει πριν ν' ανέβει στην κορυφή,όπως έκαναν τόσοι και τόσοι άλλοι.

Αιώνιο Παρόν

Οι Διαφορετικοί

Ένα Παράξενο Πουλί

Ένα πουλί ισορροπεί πετώντας κόντρα στον αέρα.
Ξαφνικά, γυρίζει τα φτερά και παραδίνεται στο ρεύμα.
Ύστερα, χτυπώντας τα φτερά του κόντρα στον αέρα, επιστρέφει.
Μοιάζει σαν να ψάχνει για τροφή.
Μα τι παράξενο πουλί· ετούτο δεν κοιτάζει κάτω.
Κι αν είν' ένα πουλί να βρει τον τρόπο να περάσει απέναντι, ετούτο θα 'ναι.
Αυτό, που δεν κοιτάζει κάτω.
Δύο είναι οι δυνάμεις που ασελγούν στην ιστορία:
Και κει που κάθομαι μισοχαρούμενος μισολυπημένος,

Ελευθερία Ο Θάνατος

Ελευθερία είναι μόνος να μπορείς
να επιλέγεις ποιες θα είν' οι φυλακές σου,
να δραπετεύεις και να τις αμφισβητείς
για να κατασταλάζεις στις επιλογές σου.

Απόλυτα ελεύθερος κανείς δε ζει
γιατ' είμαστ' όλοι δέσμιοι των αναγκών μας
κι ανάγκες αν δεν έχουν μόνο οι νεκροί,
η λύτρωση απ' αυτές είν' το ζητούμενό μας.

Ελευθερία πάλι, είναι να μπορείς
και μες στη φυλακή που σου 'μελε να ζήσεις
να μη φοβάσαι μόνος σου να ζεις
ούτε και να ελπίζεις πως θα ευτυχίσεις.

Στην κατοχή, ελευθερία ή θάνατος,
μα μη φοβάσαι τη ζωή σου να τη δώσεις
και στην ειρήνη, λευτεριά ο θάνατος,
μα όσο ζεις, δε θα 'χεις ζήσει αν δε δώσεις.
Δίνουμε στις ανάγκες μας ονόματα:

Πόθος, Έρωτας, Αγάπη, Θάνατος, Πόθος...

Ο πόθος, ο έρωτας και η αγάπη είναι οι τρεις διαφορετικές εκφράσεις της ίδιας ανάγκης.
Αν θεωρήσουμε πως είναι πίστες στο παιχνίδι της ζωής, η πίστα αρχαρίων είναι ο πόθος, η μεσαία πίστα είναι ο έρωτας και η δύσκολη πίστα είναι η αγάπη.
Αν βιαστείς να περάσεις από μια πίστα στην επόμενη,
κάποτε θ' αναγκαστείς να επιστρέψεις ώστε να την τερματίσεις,
αλλιώς δε θα καταφέρεις να τερματίσεις καμμία πίστα.
Κάθε άνθρωπος χρειάζεται διαφορετικό αριθμό επαναλήψεων για να τερματίσει μια πίστα.
Η πίστα τελειώνει όταν τ' όχημά σου μείνει από καύσιμα, ή αν καταστραφεί ολοκληρωτικά.
Τότε είσαι έτοιμος να περάσεις στην επόμενη πίστα.
Στην πίστα του πόθου μαθαίνεις να παίρνεις,
στην πίστα του έρωτα μαθαίνεις να παίρνεις και να δίνεις
και στην πίστα της αγάπης μαθαίνεις να δίνεις μόνο.
Η αγάπη είναι ό,τι καλύτερο ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει,
η τελειότερη έκφραση της ανθρώπινης ανάγκης για ζωή,
μα παραμένει ανάγκη.
Η ελπίδα είναι το ωραιότερο ρούχο της ανάγκης.

Ω, Τι Κατάντια

Βούδα σε κάνανε χρυσό
και σε λατρεύουν σαν θεό.

Ω, τι κατάντια.

Σωκράτη σου δώσαν κώνειο
και σε θαυμάζουν σαν σοφό.

Ω, τι κατάντια.

Χριστέ σε στήσαν στο σταυρό
και σε λατρεύουν σαν θεό.

Ω, τι κατάντια.

Άνθρωποι ήσασταν κι εσείς,
μην τους παρεξηγείτε·
ο ένας απ΄τη μάζα
πάντοτε παρεξηγείται,

γιατί κι αν έχουν οι πολλοί
μαζί όλη την πλάση,
κανείς τους μόνος δεν μπορεί
τον κόσμο του ν' αλλάξει.

Βούδα σε κάνανε χρυσό
και σε λατρεύουν σαν θεό.

Ω, τι κατάντια.

Σωκράτη σου δώσαν κώνειο
και σε θαυμάζουν σαν σοφό.

Ω, τι κατάντια.

Χριστέ σε στήσαν στο σταυρό
και σε λατρεύουν σαν θεό.

Ω, τι κατάντια.

Άνθρωποι ήσασταν κι εσείς
πολύ κυνηγημένοι
κι απ' τους πολλούς διώκτες σας
πιστά ακολουθημένοι.

Γιατί κι αν έχουν οι πιστοί
μαζί όλη την πλάση,
κανείς τους μόνος δεν μπορεί
την πίστη του ν' αλλάξει.

Ζωή Ψωνίζεις, Διάλεξε

Κάτω απ΄ τον πάτο την κορφή
θα βρεις αν το τολμήσεις
και πάτο πάνω απ΄ την κορφή,
μα πως να σταματήσεις;

Νερό να βάζεις στο κρασί
αν θες να ευτυχίσεις,
νερό μη βάζεις στο κρασί
αν θες να σε γνωρίσεις.

Ζωή ψωνίζεις, διάλεξε.

Τα Τυφλά Περιστέρια

Τα Περασμένα Λάθη

Ο Τροχός

Στη δύση το φεγγάρι
και στην ανατολή
ο ήλιος ξεπροβάλλει,
στο κέντρο εγώ κι εσύ.

Η πάχνη μαξιλάρι,
σεντόνι ο ουρανός,
ολόγιομο φεγγάρι,
μα εγώ είμαι μισός.

Τα πλοία, δες, περνάνε,
δεν έχω σ' όλα μπει,
μα στο φεγγάρι πάνε
κι εγω πατώ στη γη.

Φεγγάρι φώτιζέ μας
κι ας είμαστε λειψοί
και τ' ολοστρόγγυλό σου
ας μας μελαγχολεί.

Σε βλέπω και το νιώθω
γυρίζει ο τροχός
κι αν βρω τι με γεμίζει
δε θα 'μαι πια μισός.

Φεγγάρι φώτιζέ μας
γιατ' είμαστε λειψοί
και τ' ολοστρόγγυλό σου
μας παρηγορεί.

Το Διάφανο Σπουργίτι

Η πολλή η ήττα σ' αρρωσταίνει
κι η πολλή η νίκη σε τρελαίνει.
Με δυό μισά κανένας δε γεμίζει,
ούτε καν με εκατό.
Την πλήρωση τ' ολόκληρο χαρίζει
κι ένα είναι αρκετό.

Ακρόπυλη

Ακρόπολη, τι ήσουνα;
Τόπος λατρείας· τίποτα.
Και τι 'σαι σήμερα;
Τόπος λατρείας αναστηλωμένος,
σύμβολο μιας εποχής ακμάζουσας.
Μα τα χαλάσματά σου, σου προσδίδουν όλη την αξία σου.
Γιατί αν είσαι τόσο όμορφη στα μαύρα σου τα χάλια,
φανταζόμαστε πως θα 'σουν στην ακμή σου.
Κι είσαι τούτο πιο πολύ:
μια πύλη που οδηγεί απ' την πραγματικότητα στη φαντασία.

Ερωτευμένα Φωτόνια

Σπέρμα Νου

Ευτυχία

Να πέφτεις και να θες
στον πάτο να βρεθείς,
να ανεβαίνεις και να θες
να φτάσεις στην κορφή,
αυτό ειν' ευτυχία.
να συντονίζεσαι
με του καιρού σου το ρυθμό.
Με του δικού σου του καιρού,
του καθενός τον ένα.
όχι τον ένα ή των άλλων.

Η Πρωτοπόρα Μυγδαλιά

Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί
μα η χαρά δεν την αφήνει
κι η πρωτοπόρα μυγδαλιά
άνθισε πριν να γίνει.

Θέλει η πουτάνα να χαρεί
μα η ηθική δεν την αφήνει
και ο χειμώνας τον ανθό
να δέσει δεν αφήνει.

Θέλει η πουτάνα να δωθεί
και θα δωθεί ό,τι κι αν γίνει
κι η μυγδαλιά το σύμβολο
της άνοιξης θα γίνει.

Θέλει η πουτάνα να δωθεί
και θα δωθεί ό,τι κι αν γίνει
κι η μυγδαλιά ως σύμβολο
της άνοιξης θα μείνει.

Γυναίκα

Γυναίκα είσαι μια,
γυναίκα σ' αγαπώ,
γυναίκα είσαι μια σκάλα
για τον ουρανό.

Γυναίκα είσαι μια,
γυναίκα σε μισώ,
γυναίκα είσαι μια δύνη
που βγάζει στο βυθό.

Γυναίκα είσαι μια,
γυναίκα είσαι μια,
μια δοτική, μια μάνα,
μια πάγος, μια φωτιά.

Γυναίκα είσαι μια,
γυναίκα δεν μπορώ
ακόμα κι αν το θέλω
χώρια σου να ζω.

Ο Επαναστάτης Συντηρητικός

Ένας άνθρωπος, μέσα στην πλάνη του σωστός, υποστηρίζει σθεναρά πως είν' επαναστάτης.
Και πράγματι, υποστηρίζει ακριβώς αυτά που λέγονταν πριν χρόνια όταν και γινόταν επανάσταση.
Μα αγνοεί ότι η επανάστασή του έχει να τραφεί με κάτι νέο από τότε.
Και δεν έχει σημασία πόσους έπεισε.
Άπαξ κι έφτασε μια επανάσταση σε τέλμα, έχει γίνει πια συντήρηση.
Και πως να πεις σ' αυτό τον άνθρωπο πως έχει γίνει πλέον συντηρητικός;

Πουτάνα Θάλασσα

Πουτάνα θάλασσα, εσύ,
που όλους τους κακούς χωράς,
δωσ' μου κι εμένα κάτι,
ένα κομμάτι απ' τη στεριά,
ένα κομμάτι τόσο δα,
μα να 'ν' όλο δικό μου.

Πουτάνα θάλασσα, εσύ,
που μου 'δωσες λίγη ακτή
κι είπες πως είν' δική μου,
βρήκα σημάδια αλλωνών,
αλλοτινών σου εραστών
επάνω στην ακτή μου.

Πουτάνα θάλασσα, εσύ,
που όλους τους καλούς πονάς
αφού χαρά τους δώσεις
και τους αφήνεις να πονούν
μέχρι να μάθουν ν' αγαπούν
όσους ξέρουν να δίνουν,

πουτάνα θάλασσα, σοφή,
όσα μου έμαθες εσύ
δε θα μου τα διδάξουν
όλου του κόσμου οι σοφοί
που δε λογάν την κατοχή
ως χείριστη αρρώστια.

Ένα

Αν πέσουν δύο στη φωτιά
γίνονται στάχτη τελικά,
δε γίνοντ' ένα.

Μ' αν στη φωτιά δεν πέσουνε
ποτέ δε θα μπορέσουνε
να γίνουν ένα.

Αν πέσουν δύο στη φωτιά
έχουν μια πιθανότητα
να γίνουν ένα:

Αν απ' τη στάχτη την κοινή
μία αγάπη γεννηθεί,
θα γίνουν ένα.

Αποδημητικά Πτηνά

Στο μέρος που κατάγεσαι
σε λένε μετανάστη
και στο μέρος που διαμένεις
σε καλούν αλλοδαπό.

Ω, άτυχε,
θα είσαι ξένος κι εκεί κι εδώ.
Ω, τυχερέ,
είσαι αποδημητικό πτηνό.
έχεις πατρίδα σου τον ουρανό.

Το Άπειρο Μηδέν

Τίποτα δεν είναι άπειρο.
Κι όμως, το άπειρο υπάρχει.
Γιατί άπειρο θεωρούμε, ότι είμαστε πολύ μικροί να δούμε την ολότητά του.
Η προς τα έξω προσπάθεια παρατήρησης, λέμε συμβατικά πως τείνει στο συν άπειρο.
Κι ακόμα, άπειρο γίνεται ότι πεπερασμένο προσπαθούμε να γνωρίσουμε βουτώντας μέσα του όλο και πιο βαθιά.
Η προς τα μέσα προσπάθεια παρατήρησης, λέμε συμβατικά πως τείνει στο πλην άπειρο.
Όμως, το συν άπειρο απ' το πλην άπειρο δεν απέχουν άπειρη απόσταση, καθώς αποτελούν τα άκρα μιας πεπερασμένης σπείρας, αλλά ένα άλμα νου που ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να κάνει ακόμα.
Άπαξ και αυτό το άλμα γίνει, είτε μέσω της φιλοσοφίας, είτε μέσω της επιστήμης, ο άνθρωπος μπορεί ν' αντιληφθεί την προβολή της σπείρας στο επίπεδο της κεκτημένης γνώσης.
Και τότε γίνεται η σπείρα, κύκλος: το μηδέν.
Σ' αυτό τον κύκλο, το άπειρο αποτελεί μονάχα ένα του σημείο, που συμβατικά αποκαλείται ως αρχή ή τέλος του.
Έχοντας αναπροσδιορίσει την αφετηρία, το μηδέν, το άπειρο λαμβάνει πια υπόσταση καινούρια.
Γιατί το άπειρο υπάρχει.
Κι όμως, τίποτα δεν είναι άπειρο.
Και θα χρειαστούν πάρα πολλές επαναλήψεις για ν' αντιληφθούμε, αν ποτέ τα καταφέρουμε, την απειρία του απείρου ως ένα και μοναδικό μηδέν.
Μα κι αν τα καταφέρουμε, δε θ' απομείνει πιθανότατα κανείς για να το επιβεβαιώσει.